Λοιπόν, είμαι εγώ εδώ τώρα που έχω έρθει λίγες μέρες με σκοπό να γράψω, ωραία; Και σου λένε όλοι, τέλεια, θα εμπνευστείς φουλ εδώ γιατί είναι ένα παραμυθένιο μέρος - λες και γράφω για την Ντίσνεϋ ξέρω ‘γω, τελοσπάντων, θα εμπνευστείς κ.λπ. Και πας σε όλα αυτά τα παραμυθένια μέρη μ’ αυτήν την κίτρινη τη ρημαδόπετρα, την ώχρα, όλα αυτά τα μεσαιωνικά σκηνικά και δε νιώθεις τίποτα. Πάλι τίποτα. Δοκίμασε όμως να κάνεις το άλλο. Απομακρύνσου από αυτά. Βάδισε από μακριά με τα πόδια, ή μέσα σ’ ένα αυτοκίνητο περνώντας ή ακόμη και σ’ ένα καφέ κάτσε και κοίτα την καστρόπολη που πριν ήσουνα μέσα, κοίτα την τώρα απ’ έξω, από μακριά. Τι νιώθεις; Δεν νιώθεις κατευθείαν τα γρανάζια του μυαλού και της φαντασίας σου να παίρνουν μπρος; Λες, τι μέρος υποβλητικό και τι δε θα έγινε εκεί μέσα! Πόσοι ιππότες με ξιφολόγχες θα πέρασαν, πόσες μηχανορραφίες και πισώπλατα μαχαιρώματα, τι δεσποσύνες με τριγωνοκωνικά hennin στα μαλλιά… Τα οραματίζεσαι ενώ, ενώ ξέρεις, ξέρεις τι είναι μέσα στην καστρούπολη. Μπήκες πριν λίγο μαζί με τους άλλους τουρίστες. Είναι μόνο τουρίστες, πινακίδες για μεσαιωνικού τύπου ταβέρνες και κιτς μίνι μάρκετ με πλαστικούς ιππότες και αναψυκτικά. Κάθε μυστήριο, κάθε σημάδι στον τοίχο, κάθε ρόπτρο και κάθε καμπαναριό μπαίνει αυτόματα σε ανάκριση. Τώρα αυτό ήταν έτσι; είναι αυθεντικό; Αξίζει να το βγάλω φωτογραφία ή το κάνανε για μένα τον τουρίστα; Όταν είσαι απ’ έξω χέστηκες αν ό,τι βλέπεις είναι αυθεντικό. Ακόμη κι από φελιζόλ να ήταν όλη η καστρόπολη, εσένα σου αρκεί. Σου δίνει κάτι, μια ατμόσφαιρα, ένα συναίσθημα…ένα…
Βάλ’ το γαμώτο σε λέξεις! Ναι αλλά εκεί που πάω να χαρώ ότι κάτι γράφω, αυτή τη χαρά για τη χαρά του γραψίματος έρχεται κάτι και με διαλύει και με τραβάει στην άβυσσο. Κάτι που λέει ότι χάνω τον καιρό μου, γιατί δεν θα είναι καλό και τίποτα καλό δεν μπορεί να βγει απ’ αυτό. Γιατί μας έχουν μάθει έτσι; Ακόμη κι εγώ που ως άνθρωπος, ως προσωπικότητα, είμαι αντίθετος από αυτήν την ιδέα, ναι νιώθω τύψεις, νιώθω ενοχές ότι δεν κάνω κάτι χρήσιμο, δεν δουλεύω πάνω σε κάτι που θα έχει νόημα. Τι σημαίνει νόημα και χρήσιμο; Κάτι που θα μου αναθέσουν, κάτι που θα μου δώσει λεφτά, κάτι που θα πληρώσει ένα ενοίκιο και λίγο φαΐ στην κατσαρόλα; Θεέ μου, έχω χάσει τον πυρήνα μου. Το τι θέλω να πω εγώ, το έχουν σκεπάσει όλες αυτές οι ενοχές και από πάνω τους ακόμη πιο βαριά όλα αυτά τα πρέπει, πρέπει, πρέπει και νιώθω να ασφυκτιώ. Μέσα στον ίδιο μου τον εαυτό ασφυκτιώ. Ή μάλλον όχι. Ο εαυτός μου έχει γίνει μόνο μια μικρή μικρή κουκίδα, έχει συρρικνωθεί και βρίσκεται κρυμμένος σ’ ένα μικρό δωματιάκι της καρδιάς μου. Φοβισμένος και διπλωμένος, ο εαυτός μου κάθεται στο πάτωμα κρατώντας τα γόνατά του αγκαλιά, δεν κλαίει, αλλά τρέμει. Φοβάται μην εξαφανιστεί εντελώς. Το υπόλοιπο σώμα το καταλαμβάνει ένα απροσδιόριστο υγρό, δεν είναι αίμα, είναι καφές με συμπληρώματα ενέργειας και ένα τσικ αλκοόλ. Αυτά με οδηγούνε στον αυτόματο, να βγάλω τη δουλειά. Ό,τι χρειάζεται ένας καλός συγγραφέας.